Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010

τα ονειρα με κερδισαν

Να με βρει ο χρονος να γραφω, νέος ή παλιός.

Κι είναι αυτό το όλα η τίποτα ένα κλαδάκι να πιαστώ για να σου πω ότι ανάμεσα είναι τα πιο δύσκολα χάδια. Ότι ανάμεσα από αυτό το άτεγκτο δίλημμα, είναι η γλύκα και η υποχωρηση της αγκαλιάς. Πως εγώ εκεί βρίσκομαι να παραπαίω για να φιλήσω το όλα και να μην αρνηθώ το τίποτα. Δεν είμαι καν το άλλο άκρο σου. Δεν είμαι άκρο, είμαι κέντρο.

Σαν μεθυσμένη απόψε, σαν
κουρασμένη να τα βάζω όλη μέρα σε μια σιωπή που μαστίζει το σπίτι μου από τότε που γεννήθηκα.

Στέκομαι ξυλάρμενη. Δεν με πειράζει που φυσάει γύρω μου, ούτε που 'μαι μόνη. Ελεύθερη συμβάσεων κι έτοιμη να σε συναντήσω. Η μελαγχολία σε βλέπει και φοβάται.

Θα πέσω να κοιμηθώ χωρίς παράπονα. Με το μυστικό χαμόγελο ενός ονείρου, δικο μου καταδικο μας. Τα ονειρα είναι αμετανόητα.

Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010

Χριστουγεννα όπου μύρισε καρδιά μου αμπαρόριζα

Ένα αμάξι πηγαίνει ανάποδα στο χρόνο.
Ήρθε ο παιδικός μου ήλιος και με ραντίζει αγιασμούς.

Ήρθα να βρω από ποια οπτική γωνία βλέπουν τα μάτια σου την θάλασσα.

κάτω από τα ρούχα φιλιά της Αθήνας κομμένα στη μέση. Τα κρατάω ζωντανά και δεν μιλάω σε κανέναν. Τα τραγουδαω, τα βγάζω βόλτα στο βουνό, και προσέχω να είμαι με ανθρώπους που δεν θα τα πειράξουν.

Βράδιασε. Εσύ σε λίγο θα ταξιδεψεις.

Εγώ θα χαζεύω την θάλασσα από την μπαλκονόπορτα.

Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2010

Λερος - Ροδος.

Τα χτεσινά χείλη τα καίει πορτοκάλι μεγαλωμένο στη θάλασσα.
Ανηφοριές της όσφρησης καθώς στα σκεπάσματα ψάχνουμε ξένους και το σκυλί γαυγίζει.

Δεν στράγγιξα τις στάμνες απ' τον κήπο μου
νά 'χω να σε ποτίζω κι αύριο.


Κι έπειτα ο χρόνος πάει πίσω. Το γήρας πηγαινοέρχεται μεταξύ των ματιών και του φευγαλέου αγγίγματος. Του πειναλέου αγγίγματος πάνω στο χορό. Με πόνους και νύχια βαμμένα. Συντρέχεις τους Δον Κιχώτες στο τελευταίο τανγκό. Κι αυτόν τον άγιο τον Σάντσο Πάντσο.



Ρίγη από φρεσκοπλασμένο αέρα με τα χέρια. Σκοτεινιά και αναμπουμπουλα. Σώψυχα.

Μας πήρανε τα σώψυχα.


Φτηνοί λογαριασμοί για δέντρα που γέρνουν στο βλέμμα και σου μιλάνε.

Το πορτοκάλι της Λέρου: πάνω στο σώμα της γιαγιάς μου οι ρίζες του.

_____________  .  ____________


Σε πειρασμούς ανενδοίαστους γυρεύω δανεικές διεκδικήσεις σε αεροδρόμια και έχω μουσική στο κινητό.

Άλλες φορες ο κεραυνός χτυπάει τα χείλη, άλλες την καρδιά, άλλες το μουνί, άλλες τα χέρια, άλλες τα μάτια. Μερικές φορές όλα μαζί. Και μερικές φορές την συνείδηση.


Μερικές φορές θες να σαι συνέχεια με κάποιον, άλλες φορές να τον σκεφτεσαι συχνά και να τον βλέπεις λίγο, και άλλες πάλι για μια στιγμή γνωριμίας ξέρεις ότι γέμισες για χρόνια κι ας μην ξανασυναντηθείς.


Αναχωρώ πάλι. Θα γυρισω.

Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2010

XVRIS ΕΛΕΓΧΟ

Μέσα σε τοσο αιμα το γκρι φανηκε σχεδον γαλαζιο του ουρανου.
Όλες οι μαγισσες στο μετρό με καροτσακια λαικης και την σεξουαλικοτητα στο μουστακι.
Αρθρωνοντας με σφιγμενα δοντια τις εικονες - αινίγματα γυρω απο το σωμα μου.
Και τις παλιες κυριες των τιμων με τα κουρελακια τους χαρωπα να περιμενουν το συσσιτιο.

 Δεν εχω ελπιζα, πηζω, αντιπηχτικα, αντι κατηχητικα
στις αντιρρησεις του συμπαντος και στα ριγη της πλατης.

Ελεησόν με ο Ρευστός ο του άβατου μύστης
Αγκάλιασέ με ο αλαργινός ο του λήθαργου χτίστης.
Απείλησέ με ο κυανός της του ερέβους πίστης. 

Με φίλησαν οι φίλοι μου.
Το πενθος ελκει πενθος.
Το κλαμα ειναι νερο. 














 

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010




Το κοινό μέλλον ανήκει στους μελλοθάνατους
Εμείς οι ακρίτες του παρόντος
Με την αμμο στα μαρμαρενια δαχτυλα
Δεν έχουμε ανάγκη ούτε ένα βότσαλο καλής τύχης.

«Όσο πιο επιφανειακή η επιφάνεια
Τόσο πιο ακράδαντα τα βάθη» νόμιζα.

Αλλά ποια ακράδαντα της Αρκαδίας, δόντια λύκου
Δεν φοβάμαι το κοινό μέλλον, ούτε το χώρια.
Η επιθυμία στις άκρες του δώρου μας.
Ακροδάχτυλων δίχτυ ραδιουργεί επί υδατογραφιών των φλεβών στο δέρμα σου.
Και εδρεύει το αδήριτό μου στον αδρύ σου αγκώνα
τα βράδια που ροδίζουν τα χείλη μου.

Κραδαίνοντας σαν ιερέας τον μαραμένο βασιλικό στο χέρι μου
Με όλη την σεξουαλικότητα να βγαίνει από τα φαρδιά μανίκια.
Θρεμμένη από απαγορεύσεις και δεισιδαιμονίες σκοτεινών αυλών και σκαλοπατιών στρωμένων με βότσαλο.

Υλική μου μεταφορά τοπίου. Θά ‘χει πολλά πήγαινέλα.

Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2010

Φύσα αγάπη μου,
Φύσα και πέρασε η βροχή και η μαυρίλα
και το χαλάζι ανάστροφο πετιέται από το σώμα.

Φύσα μέσα στην κοιλιά τα κύματα των ποταμών
Παράλια ερειπίων που χτιζονται ξανά με πέτρες τους εργάτες.

 Κρέμομαι σε ένα κατάρτι και σε περιμένω, εδώ στο νησί των αμέριμνων δολοφόνων.

Η φωνή χτίζει τον πόθο πάνω στο δέρμα. 

Εγκαταλείποντας τις γαμιόλες ελπίδες παραδίνομαι στον φόβο.
Και το σφαγιο αγιάζει, κι οι κρίνοι της ηδονής δανείζονται στους γείτονες, και το χαμόγελο που εριξες στο νερο χανεται και η μεση μου κρυωνει εξω απ' το παντελονι και το χερι σου δεν ειναι εκει, και ο καφες ειναι μονος του και κλαιει, και το νερο στο μπουκαλι τελειωνει και ο γραμμες με τους ιπποκαμπους στην κοιλια μου σφαδαζουν μακρια απο τους αστεριες σου.

Και πλησιαζω κοντα εκει που η ζωη χαραζεται παλι, και θεε μου οχι παλι στο δερμα μου, ομως ειναι εκει, το βλεμμα σου με τις κορες των ματιων σταθερα καρφωμενες πανω μου χωρις κανενα τρεμουλιασμα, θαλασσα λαδι, σκοτεινη θαλπωρη, λιμνες του βερολινου.

Και τωρα αδελφε μου σε νιωθω με τις παραταξεις του στρατου μας παντα μαχομαστε, ειδα τους στρατιωτες σου να ρχονται για βοηθεια στις ωρες που η ελλειψη με γδερνει κι ορεγεται την γουνα μου. Με λεξεις που εκπυρκροσοτουν και λιωνουν το σκληρο χαλαζι.

Ελεος δεν υπαρχει. Αν εχεις μαθει ετσι. Κι η αγαπη θα σε χαραζει σαν μοναξια. 





 

Πέμπτη 30 Σεπτεμβρίου 2010

Όνειρο.

Έμενα σε ένα φίλο μου στο Βερολίνο, στον σταθμό που ονομαζόταν "Γιάνκο Ιμπράμοβιτς".
Αυτό το όνομα ξανά και ξανά. Δεν μπορούσα να βρω τον δρόμο για τον σταθμό Β-requel όπου με περίμενε η Άντα. Την έπαιρνα τηλέφωνο να της πω ότι δεν μπορώ να έρθω και αν μπορεί να έρθει εκείνη στον σταθμό τον δικό μου, στην περιοχή "Γιάνκο Ιμπράμοβιτς".
Και τότε έχασα κι εγώ το σπίτι. Θυμάμαι άγγιζα το σιδερένιο ανάγλυφο των γραμμάτων στα κάγκελα της εισόδου του σταθμού "Γιάνκο Ιμπράμοβιτς". Κι έπειτα έψαχνα το σπίτι του φίλου μου στο Βερολίνο και δεν το έβρισκα.
Γιατί είμασταν όλοι μετά από ένα πάρτυ στην ταράτσα ενός ψηλού κτιρίου που είχε μια κρεπερί. Μαλακός τάπητας από μαύρη άσφαλτο όπου βούλιαζαν τα πέλματά μας καθώς αγναντεύαμε από την ψηλή ταράτσα όλο το Βερολίνο και διαδηλώναμε για την ελεύθερη κίνηση των μονοθέσιων και διθέσιων υποβρυχίων στον ποταμό Spree.

Έπειτα είδα την γιαγιά που έχει φύγει ενάμιση χρόνο τώρα. Και το προικιό της μάνας μου που το πούλησε. Η γιαγιά ήθελε να πάρουμε πίσω το σπίτι.

Κι όταν ξύπνησα, η πρώτη μου αγάπη μου φάνηκε ξαφνικά ίδια η Sheetal, κι ήταν ήδη δικιά σου.


Νομίζω πως ο Πάβιτς μου παίζει περίεργα παιχνίδια και τον ευγνωμονώ.

Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2010

Πύργος απο τραπουλόχαρτα. Κόψε. Μοιράζω. Φουλ της ντάμας. Γιάντες στην καρδιά. Πιάστηκα.

Άρχισα να ζω μέσα στο αλεξανδρινό κουαρτέτο. Μόνο που νιώθω να διαβάζω ταυτόχρονα τον πρώτο και τον τρίτο τόμο. Και πέφτουν.


H μια πραγματικότητα πάνω στην άλλη

Τα συναισθήματα χτίζουν εκδοχές της αλήθειας: της α-ληθης. Αλήθεια είναι μόνο το αλησμόνητο. Κι έτσι οι πραγματικότητες καταρρέουν η μια μετά την άλλη στην λήθη.
Στην καρδιά που έσκαβες έπεσε άλλος σπόρος. Φύτρωσε και με τυλίγει, κι αγκαλιά με νανουρίζει.


Η αχιβάδα θα μείνει εδω.

Εξηγήσεις επί εξηγήσεων. Παρεξηγήσεις επί παρεξηγήσεων. Εκδοχές της πραγματικότητας, εκδορές της μυστικότητας. Μια υπόσχεση της άνοιξης εκπληρώθηκε φθινόπωρο. Κι αμέσως μετά, λές και είχε γίνει θυσία, ήρθε η αγκαλιά που με κρατησε όλο το βράδυ. Όλο ως τα χαραματα. Και με διάβρωσε σαν μουσική. (κλεμμένο, ω ναι κλεμμένο).

Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου 2010

Επιστροφή

Πίνω νερό να ξεπλυθώ.
Με έβγαλα σε προσφορά αφού ακριβή δεν με έπαιρνε κανείς.
Και να που ρθε το νερο ως την δίψα μου.
Πικρό θεόπικρη η γεύση του με την επιστροφή μου.
Τι να πω πρώτα, διεκδικήσεις (στην φαντασία μου;) ανεκδίηγητες και σπαραγμοί της πετρας φον καντ με διαταγές και φτηνά επιχειρήματα εκατεροθεν. 
Κούφιες ώρες.
Τι να πω δεύτερο, η τεραστια έλλειψη με το που έφυγα και η ντροπή που βρεθηκα σε χαμηλή τιμή.

Το στόμα ξερό συνέχεια.
Δεν ξερω αν πρεπει να ανησυχήσω για οσα περάσαν από το σώμα μου. Δεν ξερω αν εχω την ευθυνη να σηκωσω το βαρος τους. Δεν μπορω. Περναω απεναντι.

Με νερο και κλαμματα.
Ξινη ελευθερια. Όπου και να απευθυνθείς είσαι δέσμιος της απεύθυνσης. 
" Ό,τι και να χαρίσεις μπορεί να σου επιστραφεί σάπιο". Από ποια πλευρά να το διαβάσω αυτό δεν ξέρω.

Και τώρα που σε κράτησα μπορεί και να ναι χειρότερη η απελπισία που δεν μπορω απόψε. Ούτε αύριο, ούτε μεθαύριο.

Στα πυροτεχνήματα λοιπόν της ψυχής, στην υγεία τους.

http://www.youtube.com/watch?v=moxF6OjD8xI&NR=1

Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010

H Τηλος

Η Τηλος εξαπλωθηκε πανω στο δερμα σαν σκια, περασε πανω απο τα μαλλια
και κατελυσε τους ηχους τους.
Βραχια αμεριμνα σε διδασκουν σιωπη γυμνασμενης στα ξενυχτια αγκαλιας
Και δεν ειναι μονο ο τροπος της.
Ειναι οι κακογκουζαλοι ανθρωποι που παλευουν το θαυμα, την σαρκα τους απεναντι στην πετρα.
Και το πετυχαινουν.
Να γινουν σκηνικο του εαυτου τους ωστε να παιχτει το εργο της νιοτης τους αεναως.
Με οργη και πεισμα παιδικη.
Ξυλαρμενοι και δικαιοι οπως η θαλασσα. Σκληροι και με κακοφορμισμενες σκεψεις αλλοι.
Αλλα ολοι εκει σε αυτο το μουρλο μικρο καζανι.
Επισκεπτονται το θαυμα τους τρεις φορες την μερα.
Προσκυνουν την αορτη του χρονου.
Κι ανεβαινουν στο μικρο χωριο να πιουν καθαρα ποτα.
Εκεί αγαπησα την οργη, βρηκα φιλους να μ' αγκαλιασουν απο το πουθενα και ξεχασα ποια ειμαι.
Λαξευτηκα απο την πετρα, εμαθα μια ξενη γλωσσα, δεχτηκα δωρο ενα φορεμα φορεμενο απο αυτα που μου αρεσουν, γνωρισα τους πολεμιστες της εποχης μου και την ποσειδωνια των πελματων μου.
Ακουσα χαινηδες σε μπαρ με το σκοτεινο νησι να ιπταται κατω απο τα ποδια στο μπαλκονι.
Ο βραχος δονειται και τον ακουω στην πλατη.

Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου 2010

Πρέπει να εμφανιστούν απόψε.

Ο λυγμός κατεβαίνει ως ημιτόνιο.

Αραβικές μουσικές καλπάζουν προς την λογική.


Οι νεράιδες πρέπει να εμφανιστούν απόψε πριν τα μάτια γίνουνε πηγάδια.

Είμαι το άγαλμα θαμμένο στο χωράφι.

Είμαι κρεμμασμένη ανάποδα.

Οι θάλασσες εγκαταλείπουν τα καράβια τους.

αναρριγώ, θα μείνω να κλαίω εδω για όσο ακόμα χρειαστεί.

Μάθαμε τωρα, απο τους κόμπους του λαιμού μου φτιάχνω κομποσκοίνι για προσευχή
κι άμα μαζευτεί πολύ...σκοινί για κρέμασμα.

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2010

Tο ονομα της παραλιας.

Στην κόψη αυτού του βράχουν ήμουν πάλι μεσάνυχτα.
Περιμένοντας πότε θα μείνω μόνη να σε ξανασκεφτώ.

Να 'μαι λοιπόν να σκαλίζω σελίδες:



"Δεν ελεώ τα μεθυσμένα φιλιά.
το επόμενο θέλω να με κόψει όλοισια.

κραταιοί μοιρολάτρες του τέλους τους
ερωτευμένοι με τις υπόλοιπες συνήθειες

Εμμονές στα μουδιάσματα και στο τρέκλισμα.
Με σιγουρο βήμα μπορείς να με αρπάξεις;

καφές το βράδυ, αλκοολ μηδεν
εγρηγορση του νεφεληγερετη

ποιος χεστηκε στην κατω γειτονιά

από τις απαλές πολυθρόνες ξεβολεύουν το κωλομέρι τους
κάθε που ένα νικνέιμ τους τσιγκλάει.

Οι κύκλοι του σώματός της
6 βραχεις και ενα μακρυς συριγμός

με ριχνουν μέσα.


Μια κάμερα, μια οθόνη. Το βλέμμα, που παρηγοριέται με το είδωλο.

Και δεν αντιστεκεται στις σειρηνες.

Στριψε μου ενα τσιγαρο αν αποψε δεν με παρεις τηλεφωνο...
βαλτο σε ενα φακελο και ταχυδρομησε το."

Ετσι έγειρα κι αποψε, ευγνωμονώντας  για το οτι εχεις προσφερει μια φωνη και μιαν εικονα.
Εκτυφλωτικά παρούσες επειδή το 'χω αποφασίσει εγώ. 
Μην σε νοιαζει αυτες τις εκτυφλωτικά παρούσες δεν θα τις αφήσω να σε πειράξουν.



Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2010



Σήμερα το σημάδι ήταν μια πεταλούδα με σπασμένο φτερό. Είχε καθίσει στο γεράνι μου και με κοίταζε με τις μαύρες κεραίες της.

Της μίλησα με το βλέμμα, έμεινε ακίνητη με το φτερό που του λειπε ένα κομμάτι.
Λευκή με μαύρες ρίγες, έτοιμη να πεθάνει όμορφα.

Ήρθαν και τα σύννεφα να με χαιρετήσουν καθώς έμπαινα στην θάλασσα, πήραν το σχήμα μια μέλισσας που καθόταν σε λουλούδι, έπειτα κοιμωμένου ιππόκαμπου.

Κι οι φίλοι μου όλοι μίλησαν. Καθώς φύσαγε τους άκουσα κι έχω την ευχή τους και για αυτή την χρονιά.

Δεν χρειάζεται κάτι παραπάνω. Οι σιωπές καταρρακώνονται από μόνες τους κι οι αγκαλιές στήνουν καρτέρι. Μην κουνηθείς πολύ μάτια μου. Όποια και να σαι.

Έχω φύγει καιρό. Εδώ λοιπόν η σκιώδης κυβέρνηση των απομακρων αγγιγμάτων θα διευθύνει την χορωδία του αγγελικού μου σκότους.

Και θα ακουστεί ολόκληρη όπως ακούγεται το σκοινί στο κοντάρι της σημαίας σε μια άδεια σχολική αυλή.

Ευχαριστώ το σημάδι και φέτος.

Καλως σας βρήκα από το νησί μου.

Δευτέρα 26 Ιουλίου 2010

Αβαρία


Είναι λοιπόν το κυριάρχο φιλί, ο τρόπος που χαιδεύεις την γυναίκα σου, ο τροπος που κανεις τον αντρα σου να σε κοιταει σαν αφροδιτη αναδυομενη, το ποσο θα του χαριστεις, πόσο να υποκύψεις και πόσο θα του δώσεις.
Όλα διαβάζονται, εμφανώς καταγεγραμμένα στο κούτελο τελικά. Γιατί ακόμα και στο αλεξανδρινό κουαρτέτο διαβαστηκε το παθος του κυριαρχούμενου και εγινε δευτερο δέρμα πανω στο χερι των κυριαρχούντων. Τόσο που χωρίς αυτό ήταν γυμνό το χέρι.

Όλα διάφανα και άγρυπνα, και ριχνονται πανω μας σαν καταιγιδα, λουσμένοι στις στιγμές και στεγνό ένα κομμάτι της ψυχής που θα μουσκέψει στον θανατο. Γλυκά.

Ρίξε το κύμα σου κι εσύ, ένα βλέμμα, πάνω στον ποντικό του γκρεμισμένου τοίχου, ουδετερο έδαφος δεν υπαρχει, τα τζιτζικια κυριαρχουν επι του φωτος.

Μισοπνιγμενος, στην αμμο. Ανοιγεις ματια, ριχνεσαι στην αγκαλια των βοτσαλων. Στην αγκαλιά των άλλων.

Καθαρά ρούχα στο σκοινί. Λεμονιά και Ιβίσκος. Η οθόνη σε γητευει.

Το σωμα ξυπναει δεντρο.

Τρίτη 8 Ιουνίου 2010

Σε λίγα χρόνια θα κάνουν παρέλαση περηφάνειας οι ανέραστοι
κατά της δυναστείας των ερωμένων.


Βλέπω από τώρα σημαίες μαύρες διάφανες, τα όνειρα των νικημένων.

Σημαίες δαντελένιες και υγρες.

Θα απαγορεύεται να αγγιξεις κάποιον δίπλα σου.

Θα σαι ντυμένος καλογριά σε οίστρο.

Κι όταν τα ΜΑΤ επιτεθούνε με ειλικρίνεια, δεν θα ξέρουνε αν χτυπάνε σύννεφο ή το παιδί τους.

Δεν ξέρω αν φεύγω για καλό ή για κακό. Από αυτό το σπιτι το γεροντομοίρι.

Ας με λυπηθεί ο ιδρώτας απόψε.

Σάββατο 29 Μαΐου 2010


Εμπρός για τα ηφαίστεια!!!




Α, ήταν όμορφα και τότε που έτρεχε ο ιδρώτας και τότε που ψηνόμουν στον πυρετό.
που μου τελείωνε το οξυγόνο να σε βλέπω να καπνίζεις μόνη χωρίς να μου απλώνεις το χέρι.
Δέσμια του πένθους σου, με άφηνες να κρυώνω στο 39άρι.
Και το επόμενο βράδυ δεν κοιμήθηκα. Αλεξανδρινό κουαρτέτο ως το πρωί. Το βιβλίο των χωρισμών. Και μετά περιφερόμουν στους δρόμους της Αθήνας εξαυλωμένη, κουβαλώντας αγρύπνια στα νύχια μου και στις μασχάλες.

Κι έπειτα έριξα ένα μπουκάλι στο πέλαγο για να έρθει να με πάρει από την πόλη σου κάποιος.

Και σε περίμενα απίστευτα, όσο περισσότερο προσποιούμουν στον εαυτό μου ότι δεν με νοιάζει.

Αχ οι εγωιστές οι μόνοι που μπορούν να μας χαρίσουν στιγμές τόσης χαράς καθώς ποτέ δεν κατάφεραν να ανησυχήσουν για κατι παραπάνω από την ίδια τους την ανησυχία.

Έτσι ήταν όλα μια χαρά. Τουλάχιστον με έκανες μάρτυρα του πένθους και της αδυναμίας σου να ρίξεις μια κουβέρτα πάνω μου. Σε είδα κοριτσάκι να ψάχνεις να δεις την αλήθεια. Κοριτσάκι μικρό που δεν θα μεγαλώσει ποτέ.

Θα καπνίζει διαρκώς και τα τρυφερά δάχτυλά του θα παίζουν με το τσιγάρο.

Ανεύθυνο του χρόνου του, ο έρωτάς σου θα έχει πάντα την ηδονή των κυμάτων και θα ναι πάντα άβουλος ως κύμα.

Φεύγω προς τις σεισμογενείς περιοχές, να κατέβω στα ηφαίστεια, να βρω στα νησιά τους βράχους.  Το παραμύθι που μου άρεσε μικρή ήταν πως γεννιούνται τα ηφαίστεια.

Σε ευχαριστώ πατέρα.

Τετάρτη 5 Μαΐου 2010

http://www.mousikaproastia.blogspot.com/

Για σήμερα έχω να πω μόνο αυτό.

Απόψε αρχίζει το δύσκολο. Πήρα το μηχανάκι μου και γύρισα μέσα από στενά σε όλους τους απαγορευμένους δρόμους της Αθήνας, κατέβηκα σύνταγμα μαζί με τα σκουπιδιάρικα. Εξάρχεια επάρχεια, οι δρόμοι στους λίγους κάτοικους. Σιωπή. Περίχωρα με ανθρώπους σε κουτιά.

Αποχαιρέτησα την Αθήνα, μπορεί να με έπιασε άνοιξη και μοναξιά και να μου φάνηκε τέλος εποχής, μπορεί πάλι και να μυρίζομαι τα επόμενα καμμένα σώματα.

Σιωπηλή Αθήνα, πενθούσα, και πρέπει να κρατήσουμε γερά. Μπορώ μόνο να φυτέψω μία ντοματιά στην γλάστρα μου.  

Νεκροί δίπλα μου, όνειρα σιωπής. Στη μνήμη τους, πρεπει να βρουμε εναν αλλον τροπο να διεκδικησουμε τα αυτονόητα, έτσι που όσοι θέλουν να σκοτώνουν, αιφνιδιασμένοι να αποκαλυφθούν, και να αφανιστούν σαν βρυκόλακες στο φως τη μέρας. 

Κυριακή 2 Μαΐου 2010

http://www.youtube.com/watch?v=tUz0kMJgg7E


πόσο έχεις θάψει, τι έχεις θάψει, πόσο θρήνησες για όσους δεν έχουν την πολυτέλεια να θρηνήσουν και πάλι πόσο δικός τους λογαριασμός, γύρνα στα δικά σου.

Ποια μάτια, ποιοι άνθρωποι στάθηκαν δίπλα σου, ξανά και ξανά, ποιοι σε διάλεξαν, ποιοι σε έσερναν, πόσο γαντζώθηκες, πόση πίκρα, πόσο ούτε να χαρώ το αυτονόητο, πόσα λόγια ας χαθούν, κάθε σου ανάσα είναι αναγκαστικά εγωιστική.

μην ζητάς να ήταν πλάι σου, πόσο δεν ξέρω πως να σε κρατήσω στα χέρια μου, με τι κουράγιο να σε κοιτάξω, πως να γδάρω τον κυνισμό, πως να θυμηθώ το μάτια μου, εφευρίσκοντας νέα αφή.

με ποια αφορμή να σου μιλήσω, κι αυτά που γράφω είναι αληθινά ή δήθεν. Κι αν σου φανούνε ψεύτικα εγώ εσένα θα πιστέψω.

πες μου ότι θα τα καταφέρω.
Τα πυκνά νήματα των νοημάτων
αριθμούν ρυθμικά τις ραθυμίες του μέλλοντος.

Ξεπούλησα τις αμεσότητες.

Πέλματα στα χαλίκια, ακροδάχτυλα σε ραδιουργίες ιριδίζουσες.

Το φιλί της κανέλλας, τα χάδια της άδειας, τα σημάδια του δοντιού μου, οι έξεις του ασυνείδητου, τρέχουν ρεμάλια στο αίμα, υμνωδοί του επιτέλους, μην η ωδή του τέλους είναι αυτή.

Τετάρτη 21 Απριλίου 2010

Σήμερα μου φάνηκε πως επανάσταση είναι

να καλημερίζεις τους σκουπιδιάρηδες,
να καλοχαιρετάς τους οδοκαθαριστές,
να λες γεια σας τι κάνετε, πως είστε στις καθαρίστριες του μετρό.

να χεις ενα πλατύ χαμόγελο ευγνωμοσύνης για την δουλειά τους.

Γιατί κι οι μικροί μισθοί ξεκινάνε από την πεποίθηση ότι τάχα η δουλειά τους είναι ασήμαντη. Κι ότι αν είσαι ένας εξέκιουτιβ (εξε q τιβ) κάνεις πιο σημαντική δουλειά. Ταχαμου ταχαμου...


Ζήτω οι καθαρίστριες, τιμή στους σκουπιδιάρηδες!

Σάββατο 10 Απριλίου 2010

Έτσι κι αλλιώς στριμώχνεσαι σε μια γεμάτη Αθηνα,
καθάρισες τα τζάμια μου κι ήταν μεγάλη η πείνα

Ανήλικος ή ενήλικος, ξένες για σένα λέξεις
επιρρεπής άντρας - παιδί, police:  πρέπει να τρέξεις.

Ο χρόνος στα φανάρια μας κάποτε ήταν άδειος
μελαχροινά χαμόγελα της ξενιτειάς ο άγιος
 
Θυμωνεις, χαράζεις με πίκρα το παρμπρίζ
θυμώνω, θυμάμαι της φτώχειας το πρεστιζ

Τρίτη 6 Απριλίου 2010

_____________________


είδα την ενηλικίωση της γιαγιάς μου στα 80 της χρόνια, όταν ήμουν  ακόμα 14 και η μητέρα μου ήταν ήδη παιδί μου.

είδα τον πατέρα μου να λείπει  καπνίζοντας από τον θάνατο του δικού του πατέρα ενώ εγώ ήμουν εκεί.

από τον θάνατο της ενηλικης γιαγιάς μου κι έπειτα, οι ορμόνες γίνονται ορμούνες.

με απειλούν με εξαφάνιση αν δεν παλέψω το φιλί.

Πέμπτη 1 Απριλίου 2010

Δεν είχες ενδοιασμούς.

Σπλαγχνικά έραβες το έρεβος εντός σου.

Μέχρι να σε πάρουνε χαμπάρι κι άντε πάλι.

Μένω παράλυτη σιγά σιγά. Απανωτά ηλεκτροσοκ.

Μία φορά καίς ό,τι αγάπησες και γυρνάς σελίδα, δύο φορές καις ό,τι αγάπησες και γυρνάς σελίδα.
Την τρίτη καις την σελίδα.

Η πολυτέλεια του πένθους γιορτάζεται κάθε άνοιξη.

Φεύγουσα κόρη και νυμφίος εκστατικός.

Δώστε μου την ευχη σας να ζήσω ακόμη λίγο.

Λες και μου τελειώνουν οι επιθυμίες.

Κυριακή 21 Μαρτίου 2010

... σήμερα μέσα από δύο απανωτούς πανικούς εξαγνίστηκε το συμπαν.
Μυρίζει καμμένο αλλά ευτυχώς δεν πρόκειται για την γούνα μου.


Ανυπομονώ για την μιζέρια αλλά της ξεφεύγω τελευταία στιγμή.

Αδρανούν οι αδαείς των εγκάτων οι φύλακες.

Ραδιουργούν οι αδρότητες της παλάμης μας.

Γεννεσιουργοί της αγωνίας μας άγγελοι.

Υδρίες οι κόρες φέρουσες

Ραστωνη της ακροτελευτιας διάταξης

Ωγυγια: η αθωότητα γυμνή και φεύγουσα.


____________________

Μονο για σενα γραφω έτσι. Είσαι από κείνες τις φαρμακευτικές ουσίες που δηλητηριάζουν σε μεγάλες δόσεις.

Σάββατο 13 Μαρτίου 2010

To ρεπερτόριο του πόθου
ιεροτελεστία του αδυσώπητου
ιεροσύνες αλλόκοτες
τελετές τελειωμένες.

Επινοούμε κάθε βράδυ κι άλλη μία.

Paulaner, κατουράει ο δυτικός πολιτισμός
τραβάει το καζανάκι.

Αλλαχ ακμπαρ, ζήτω η νέα άγνοια του κόσμου

Ας σκοτώσουμε ξανά την Υπατία.

Χαίρε η μελλοθάνατη η κεχαριτωμένη.

Κυριακή 7 Μαρτίου 2010

Xρειάζονται περίπου 300 σελίδες για 3 λέξεις.

Είναι άνθρωποι που λυπούνται και θυμώνουν, εκ πεποιθήσεως. Ό,τι και να κάνεις αυτοί θα βρουν έναν λόγο να θυμώσουν. Δεν έχει θεραπεία αυτή η ασθένεια.

Ψιλόβροχο στην Αθήνα, μια πραγματική συννεφιασμένη Κυριακή. Εγώ θα κοιτάξω μπροστά, όπως πάντα. Δημιουργώντας το ελλείπον έδαφος κάτω απ' τα πόδια μου.

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ο Αχιλλέας, 5 χρονών. Του άρεσε να παρατηρεί τις κότες στο κοτέτσι. Καμιά φορά έμπαινε και μέσα και βρώμιζε τα ρούχα του και ποιος άκουγε την μάνα μετα.. Μοναχικό παιδί αλλά δεν τον πείραζε κανείς. Ήξερε να βάζει στην θέση του τις αθώες συμμορίες όταν αργότερα μεγάλωσε λίγο. Όταν μεγάλωσε περισσότερο έμαθε να αναγνωρίζει πότε ήθελε μια κοπέλα και πότε όχι. Κόστισε λίγο να μάθει να κρατάει τα νεύρα του όταν τύχαινε η κοπέλα να μην ξέρει τι θέλει. Έφαγε τα μούτρα του, ήπιε λίγο παραπάνω κάποια βράδια και θυμήθηκε πάλι να χαμογελάει μέσα από την καρδιά του. Αυτό δεν μπορούσε να το κλέψει κανείς. Αναχώρησε για άλλη πόλη. Και βρήκε μια δουλειά όπου θα μπορούσε να παρατηρεί τους ανθρώπους όπως κότες στο κοτέτσι.

Δεν ανοιγόταν σε κανέναν, όποιος καταλάβε, ό,τι κατάλαβε από το χαμόγελό του.
Και προς μεγάλη του έκπληξη, πάντα υπήρχαν άνθρωποι γύρω του που καταλάβαιναν. Δούλευε συνέχεια και όλο και πιο πολύ ξεχνούσε πως είναι να κοιμάσαι και να αγκαλιάζεις ένα ζεστό, γλυκό, οικείο σώμα.

Δευτέρα 1 Μαρτίου 2010

καθομαι σε ενα πέτρινο πεζούλι
και περιμένω να αλλάξει η μοίρα μου.

Όπως αλλάζει το φως του δειλινού.

Το μόνο που χρειάζεται είναι να μείνω για λίγο ακίνητη

να δω την αλλαγή

και να πάψω να μυξοκλαίω.

Άλλωστε, ιεροτελεστίες αλλόκοτες συντελούνται κάθε βράδυ εντός μας.

Των αθανάτων το σάλπισμα πάνω απ' τις κραυγές μας παίζει.

Κι οι καύλες των στερημένων, μισερές, φαλτσάρουν στην χορωδία των ισχυρών.


έτσι, το πέτρινο πεζούλι, είναι πραγματικά ότι πρέπει!

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2010

Παίζουν συνεχώς οι τίτλοι τού τέλους στην ζωή κι εγώ προσπαθώ να μαντέψω ποια ταινία είδα.



Το πένθος κι ο έρωτας, εγωιστικά γουρούνια.

Το τελευταίο δώρο του νεκρού προς εμάς, μετουσιώνεται σε σημάδια στο σώμα, ρυτίδες, λευκά μαλλιά, μια απόκοσμη έκφραση, ανιχνεύεις την απουσία στο καθηλωμένο βλέμμα.

Ο έρωτας ψάχνει τον νάρκισσο.

Κι εγώ την γνώση. Θέλω να γνωρίσω τα αδύνατα σημεία απ' όπου η ηδονή σε διαβρώνει ολοκληρωτικά, τα κύτταρα που διεγείρουν τα υπόλοιπα, τους νευρώνες που ηλεκτρίζονται στην θέα του.... κι αυτό θέλω να το μάθω.
Να μάθω πότε οι ανάσες πνέουν προς τα κεί που θέλουμε. Να γνωρίσω εκφράσεις του προσώπου σου δαρμένου απ' την επιθυμία. Κι έπειτα να γνωρίσω ποιες θα είναι οι αντιδράσεις του δέρματός μου επί του δικού σου, να μάθω από ποιους δρόμους περνάει η ηδονή μου, μέχρι να με κυριαρχήσει. Να περάσει πάνω μου ανατινάζοντας το σύμπαν μου, να γνωρίσω τέτοια υπερδιέργεση ώστε καμμένη πια να τινανθώ εκστατικά πίσω στην άγνοια.

Η γνώση εγωιστικό γουρούνι κι αυτή.


Μένει να μάθω αν υπάρχει ανιδιοτέλεια ή απλά φαντασιακή σύμπωση ηθικολογιών...

Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010

Εξομολόγηση.

Δεν θα λυπηθώ, δεν θα με πείσεις
Δεν θα φιληθώ, δεν θα με λύσεις

Θα λύσω όμως όλα τα σκυλιά μου να σε κυνηγήσουν μέχρι θανάτου, θα μεταμορφωθούν σε νύμφες, με την μορφή όλων των γυναικών που αγάπησες. Κι όταν θα τις αγγίζουν τα πολλαπλά σου σώματα θα επιστρέφουν σε μένα σαν παραστρατημένα κοτόπουλα οι ελλείψεις σου.

Στα τρυφερά ημικύκλιά τους - καλό μου - θα γέρνουν οι γδαρμένες στους τοίχους μισοτελειωμένες φράσεις.

Θα σε κυνηγάνε οι νύμφες μέχρι να λυγίσεις από την ομορφιά τους. Ικανό σε έχω.

Θα σε πυροβολούν τα ελαφριά τους πέλματα, θα σε σκοτώνει η απαλότητα των βημάτων τους και ο ρυθμός τους ενώ τα εμβατήρια θα ψέλνουν έναν κανόνα που δεν έχεις ξανακούσεις.

Τότε θα καταλάβεις τι ήταν το φιλι σου και θα σκύψεις στο πηγάδι να το μαζέψεις και πάλι.

Το χαρανί θά 'ναι παλιό, το σκοινί φαγωμένο, το πηγάδι εκατοχρονο μα το νερό φρέσκο.

Ξέρεις πως ο κόσμος γκρεμίζεται γύρω μας κι επιμένεις να κοιτάς αλλού όπως κι εγώ.

Ενώ ήθελα να χωρέσω στην γωνιά του κρεβατιού σου.

Ξέρεις τι θα γίνει στο τέλος.

Παρά τα όσα λέγονται περί του αντιθέτου.

Δεν θα βασανιστώ, δεν θα μιλησεις
Όσο το σκέφτομαι ανοίγουν βρύσες.

Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2010

Αλκυονίδας δάκτυλα

Ήλιος στα πληκτρολόγια, φωτιά στα δάχτυλά μου
Ο κόσμος που γκρεμίζεται, οι τύψεις στα μαλλιά μου.

Κόψε του ανάρχου την κραυγή, ράψε το στόμα με κλωστή
κλωστή μαλαματένια.
Φιλιά να σπέρνει στο ακροχείλι.

Νερά τρέχουν στα σύνορα, πνίγονται στην ποδιά μου
παιδιά με βλέμμα έκπληκτο, συγχώρεση ζητάνε.

Του αφέντη η γλυκιά ηδονή - χάρη σου κάνει κι η στολή -
καυλώνει τα όνειρά σου
Τζάμπα χαρίζει επαναστάσεις.


υ.γ. Επαναστάσεις: "ο Αναστασης".


Αν χάσεις την αγάπη σου, μην φοβηθείς: μπορείς πάντα να σώσεις τον κόσμο μπας και ξεχαστείς.

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010

Ο φάρος


Οι παλιές ημέρες ξεφλούδισαν.

Σας τά λεγα πως δεν γίνεται να ευδοκιμήσουν. Τώρα πιες θάλασσα.

Ο μοναδικός σου φάρος στην ζωή ήταν του περιπολικού.

Η Δικαιοσύνη σκόνταψε στο νόμο και άλλα τέτοια πιασάρικα.

Αγαπούλα δεν ξέρω πια τι μπορεί να γίνει με αυτή τη ζωή.

Το ελάχιστο της εφεσίμου κύριε πρόεδρε...

Χτες τα χείλη ζωγράφιζαν στο μεσοΔιάστημα.

Ενώ για άλλη μια φορά δεν παίζει να ξεφύγω της γενιάς μου.

Δεν ελπίζω τιποτα. Φοβάμαι τα πάντα, κυρίως όσους διατείνονται ότι είναι ελεύθεροι.

Στην κάθοδο αυτή, στην υπέροχη πτώση, έργο που παίζεται κάτι χρόνια, μικρά κλαδάκια που πάνε να με κρατήσουν και σπάνε.

Βάλτε με θεμέλιο στο γεφύρι. Δεν θέλω απόψε να ζω. Χωρίς λόγο, χωρίς γιατί. Δεν θα φωνάξω.

Μακάριοι όσοι νομίζουν ότι την παλεύουν.

Θα περάσει, το ξέρω.

Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010



Όταν πλησίασε την τύψη του εκείνη πετάχτηκε και του μαύρισε το πρόσωπο.

Εκμαυλισμένος τότε, κρύφτηκε πίσω από τα δάχτυλά του. Και οι παλάμες βουτήχτηκαν σε μια λίμνη.

Ξύπνησε σε ένα άλλο σώμα.

Χίλια χρόνια μετά φιλιόταν σε ένα φανάρι. Γύρω της τα πεζοδρόμια βούλιαζαν, τα κτίρια ανατινάζονταν, οι κεραίες φυσούσαν, δέντρα αγκαλιάζονταν, περαστικοί προσεύχονταν, αδεσποτα σκυλιά ξεδιψούσαν κι ο ταξιτζής βρέθηκε με ένα γυναικείο καπέλο.

Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2010

ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ ΓΙΑ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ

Μουδιάσαν τα πόδια σου στο κρύο.
Περπάτα λίγο ακόμα, ναι;

Δεν διαφημίζω τους έρωτές μου πια.
Μόνο τα σκυλιά με γερή όσφρηση βρίσκουν κάποια κόκκαλα.

Περπάτα με πυρετό στο χιόνι και το χιόνι είναι αδερφός σου.
Δεν έχω κουράγιο να πω μεγάλα λόγια. Όποιος βλέπει την πείνα ας δώσει φαγητό.

Λιγότερη κατά δυο ευχομάνες, συνεχίζω.

http://www.youtube.com/watch?v=CplMJVt2LMc&feature=related

Τέσσερα χρόνια φυλακή, να πληρώνω τις ξένες επιθυμίες. Ως ιέρεια του ξένου πλήρωσα τον φόρο μου. Αγάπησα ξένα σώματα, έγιναν δικά μου, αφιερώθηκα με όση δύναμη είχα...για όσο... Έρωτες μου παρέλυσαν τα μέλη, τόσο που διασκορπίστηκαν σε άλλους γαλαξίες. Τρέχα, μάζευε και παρουσιάσου, κι αν ποτέ πείσεις ότι είσαι εκεί...

Τώρα θέλω να επιστρέψω στους ανθρώπους που μας δακρύζουν τα ίδια τραγούδια.

Καλή χρονιά.