Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010

τα ονειρα με κερδισαν

Να με βρει ο χρονος να γραφω, νέος ή παλιός.

Κι είναι αυτό το όλα η τίποτα ένα κλαδάκι να πιαστώ για να σου πω ότι ανάμεσα είναι τα πιο δύσκολα χάδια. Ότι ανάμεσα από αυτό το άτεγκτο δίλημμα, είναι η γλύκα και η υποχωρηση της αγκαλιάς. Πως εγώ εκεί βρίσκομαι να παραπαίω για να φιλήσω το όλα και να μην αρνηθώ το τίποτα. Δεν είμαι καν το άλλο άκρο σου. Δεν είμαι άκρο, είμαι κέντρο.

Σαν μεθυσμένη απόψε, σαν
κουρασμένη να τα βάζω όλη μέρα σε μια σιωπή που μαστίζει το σπίτι μου από τότε που γεννήθηκα.

Στέκομαι ξυλάρμενη. Δεν με πειράζει που φυσάει γύρω μου, ούτε που 'μαι μόνη. Ελεύθερη συμβάσεων κι έτοιμη να σε συναντήσω. Η μελαγχολία σε βλέπει και φοβάται.

Θα πέσω να κοιμηθώ χωρίς παράπονα. Με το μυστικό χαμόγελο ενός ονείρου, δικο μου καταδικο μας. Τα ονειρα είναι αμετανόητα.

Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010

Χριστουγεννα όπου μύρισε καρδιά μου αμπαρόριζα

Ένα αμάξι πηγαίνει ανάποδα στο χρόνο.
Ήρθε ο παιδικός μου ήλιος και με ραντίζει αγιασμούς.

Ήρθα να βρω από ποια οπτική γωνία βλέπουν τα μάτια σου την θάλασσα.

κάτω από τα ρούχα φιλιά της Αθήνας κομμένα στη μέση. Τα κρατάω ζωντανά και δεν μιλάω σε κανέναν. Τα τραγουδαω, τα βγάζω βόλτα στο βουνό, και προσέχω να είμαι με ανθρώπους που δεν θα τα πειράξουν.

Βράδιασε. Εσύ σε λίγο θα ταξιδεψεις.

Εγώ θα χαζεύω την θάλασσα από την μπαλκονόπορτα.

Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2010

Λερος - Ροδος.

Τα χτεσινά χείλη τα καίει πορτοκάλι μεγαλωμένο στη θάλασσα.
Ανηφοριές της όσφρησης καθώς στα σκεπάσματα ψάχνουμε ξένους και το σκυλί γαυγίζει.

Δεν στράγγιξα τις στάμνες απ' τον κήπο μου
νά 'χω να σε ποτίζω κι αύριο.


Κι έπειτα ο χρόνος πάει πίσω. Το γήρας πηγαινοέρχεται μεταξύ των ματιών και του φευγαλέου αγγίγματος. Του πειναλέου αγγίγματος πάνω στο χορό. Με πόνους και νύχια βαμμένα. Συντρέχεις τους Δον Κιχώτες στο τελευταίο τανγκό. Κι αυτόν τον άγιο τον Σάντσο Πάντσο.



Ρίγη από φρεσκοπλασμένο αέρα με τα χέρια. Σκοτεινιά και αναμπουμπουλα. Σώψυχα.

Μας πήρανε τα σώψυχα.


Φτηνοί λογαριασμοί για δέντρα που γέρνουν στο βλέμμα και σου μιλάνε.

Το πορτοκάλι της Λέρου: πάνω στο σώμα της γιαγιάς μου οι ρίζες του.

_____________  .  ____________


Σε πειρασμούς ανενδοίαστους γυρεύω δανεικές διεκδικήσεις σε αεροδρόμια και έχω μουσική στο κινητό.

Άλλες φορες ο κεραυνός χτυπάει τα χείλη, άλλες την καρδιά, άλλες το μουνί, άλλες τα χέρια, άλλες τα μάτια. Μερικές φορές όλα μαζί. Και μερικές φορές την συνείδηση.


Μερικές φορές θες να σαι συνέχεια με κάποιον, άλλες φορές να τον σκεφτεσαι συχνά και να τον βλέπεις λίγο, και άλλες πάλι για μια στιγμή γνωριμίας ξέρεις ότι γέμισες για χρόνια κι ας μην ξανασυναντηθείς.


Αναχωρώ πάλι. Θα γυρισω.