Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2007

Η φτώχεια

Όταν χρεωκοπείς τα λόγια περιττεύουν. Παρόλαυτά έρχονται στα χείλη σαν προσευχή. Οι συνειρμοί των ονείρων μας μένουν για πάντα αναληθείς όσο θα ασπαζόμαστε την άγνοια.
Άδειο σπίτι που δεν δάμασε ο χορός μου. Τώρα θα βάλω μουσικές και θα απλώσω τις κινήσεις στον μικρό μου παιδότοπο. Βαφτίζεται ο χρόνος στην καρδιά μας. Η αναμονή φιλάει τρυφερά και για πολλή ώρα την απελπισία και την εγκατάλειψη.
Δεν θα μπορούσα να μιλήσω πιο συγκεκριμένα γιατί ντρέπομαι. Να πω ότι με ξέχασε για άλλη μια φορά.
Πάντως το κορμί ανταποκρίνεται στο φθινόπωρο. Απαλά αναριγεί στο κρύο, προσπαθεί να θυμηθεί κάτι από καλοκαίρι μάταια. Καλά πάμε.
Η μόνη λέξη που επαναλαμβάνω εδώ και καιρό, η μόνη λέξη που επαναλαμβάνω από τότε που χώρισα μια μακρόχρονη σχέση είναι: 'θ' αντέξω". Και άντεξα, και αντέχω. Αλλά αυτό είναι το νόημα;
Κρεμιέμαι από τα κλαδιά της ανυπομονησίας για ανθρώπους που εμφανώς δεν θα μου φέρουν ζεστασιά αλλά θα μεγενθύνουν την έλλειψη.
Είναι καιρός τώρα.

Θα πρεπε να μην λέγεται λέξη για όλα αυτά κι όμως τα επαναλαμβάνω. Η μονότονη προσευχή του ασκητή. Δεν έχει πια σημασία. Η Κυριακή 23 Σεπτέμβρη. Δεν την θέλω αυτή την ημέρα. Με πικραίνει η μοναξιά. Κι όσα δεν τόλμησα στα νιάτα, εκδικούνται. Ούτε εγώ υπήρξα άμυαλη έφηβη.

Η φτώχεια της ψυχής σκαλίζει ένα εικονοστάσι καθώς το φως λιγοστεύει και καθυστερώ να ανοίξω τις λάμπες.

Ένα ξωκκλήσι όπου βρίσκεις καταφύγιο δαρμένη και μόνο. Ονειρεύμαι βυζαντινές αγιογραφίες να ερωτοτροπούν με γυμνά σώματα. Ονειρεύομαι να χαιδεύω αγάλματα. Μια σειρά φωτογραφιών όπου θα προσπαθώ να αγαπήσω γλυπτά, να τα αγκαλιάσω σαν ζωντανά σώματα.

Το βέβηλο παρηγορεί την καρδιά για την ασυλια που έδωσε αυτή στην φτώχεια, την δειλία και την μιζέρια.

Το χυδαίο παρηγορεί την σεξουαλικότητα για την σπατάλη της όταν προσπαθεί να ξεφύγει από την απελπισία αντί να της παραδοθεί. Χωρίς αντιστάσεις η απελπισία εξανεμίζεται, δεν έχει πια ποιον να παλέψει.

Έκλαψα χτες για την Αναστασία. Γιατί δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να την βοηθήσω. Τίποτα απολύτως. Οφείλω να την εγκαταλείψω γιατί η μάχη είναι μόνο δική της.

Εκλαψα χτες γιατί δεν ξέρω τι να κάνω στην ζωή μου. Πως να δεχτώ ότι τα σώματα που αγαπώ και που με κάνουν να τρέμω, δεν θα μπορέσουν ποτέ να σταθούν δίπλα μου κοινωνικά. Δεν θα νιώσω ποτέ εκείνο το διαστροφικό συναίσθημα της πληρότητας όταν δίνεις την εικόνα του έρωτά σου στον κόσμο κι εκείνος εγκρίνει. Το βλέμμα των άλλων που μας ορίζει.

1 σχόλιο:

Μουσικά Προάστια είπε...

για δρόμους που δεν θέλησα
στις χαραυγές ξεχνιέμαι