Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2007

Φθινόπωρο

Με την διαύγεια του πρωινού και τον χρόνο να κυλάει ανάμεσα σε γουλιές ζεστού καφέ, διαβάζω παλιές σου αναρτήσεις Σ.
Χτες ήμουν δυνατή. Και σήμερα.
Με πήρε η μητέρα μου τηλέφωνο για να μου πει ότι έχει πεθάνει εδώ και τρεις μέρες ο Ξυπόλητος. Άντρας πενήντα και χρονών, με μια κορμοστασιά ολόισια και ψηλή, άνοιγε τα χέρια του να χορέψει ζειμπέκικο και σε έκανε ταξίδι στα φτερά του. Είχα κοιμηθεί ένα βράδυ μαζί του, κανένας άλλος άνθρωπος δεν με είχε κρατήσει Έτσι. Οι παλάμες του στο σώμα μου ήταν σαν να έπαιρνα ενέργεια από την θάλασσα, σαν να κολυμπούσα .
Από τον Μάιο είχε μάθει την κακιά αρρώστια και είχε κατέβει στο νησί να χαιρετήσει. Δεν ξανάρθε και τό ξερε. Σήμερα μου είπε η μανα ότι ζήτησε να καεί και να σκορπιστεί η στάχτη του στην παραλία μπροστά από την γειτονιά που μεγάλωσε.
Δεν μπορώ να λυπηθώ που έφυγε. Και το ξέρω πως έτσι θα θελε να νιώθω. Χαίρομαι που υπήρξε στον κόσμο ένας τόσο ωραίος άνθρωπος. Με φίλησε και απόρρησα πόση ψυχή χωράει σε ένα φιλί, δεν το περίμενα, και τον κοίταξα έκπληκτη και ελαφρώς σαν χαζή ρώτησα "τι έβαλες στο φιλί;" ή κάτι αντίστοιχο.
"Ανατολή του ήλιου" απάντησε. Χάραζε εκείνη τήν ώρα, κοίταζα γύρω μου και είδα με τα μάτια του πως με τόση ομορφιά, μόνο έτσι μπορεί να ' ναι ένα φιλί.
Έφυγε λοιπόν. Τα χέρια του δεν θα δώσουν άλλη θάλασσα σε γυναικείο σώμα. Όπως πάντα εγώ με τους άντρες δεν μπορώ να αγαπήσω το σώμα τους. Μπορώ να το θαυμάσω όταν το βλέπω από μακριά, αλλά στην αγκαλιά ποτέ δεν είμαι κάτι παραπάνω από νάρκισσος. Μόνο γυναίκες με λυγίζουν, βαραίνω από πόθο, αγγίζω και τρέμω.
Άντρας και ο Ξυπόλητος, με κράτησε στα τεράστια χέρια του, τίποτα που να μην θέλω δεν έκανε, απαλός κι τρυφερός σε κάθε κίνηση, με απόλαυσε για λίγο. Κι εγώ βούτηξα στην θάλασσα και βγήκα ανάλαφρη πίσω στην ακτή. Δεν θυμάμαι καμία αίσθηση σεξουαλικότητας από τις 1-2 συναντήσεις μας. Μόνο ότι με άφηνε να ναρκισεύομαι και να νιώθω όσο όμορφη θα θελα χωρίς να ντρέπομαι, ότι με κοίταζε να ερωτεύομαι το είδωλό μου και να του το χαρίζω, μόνο το είδωλο. Γιατί η ψυχή μου, αντρική, τον κοίταζε στα μάτια και του έλεγε "α φίλε μου κοίτα τι όμορφη αυτή που σου χαρίζεται, απόλαυσέ την απαλά, αφού εγώ δεν μπορώ: είναι το ίδιο μου το σώμα".

Αμήν.

***

Στις τελευταίες γουλιές καφέ, επανέρχομαι στο σπίτι μου σε αυτή την γωνιά της Αθήνας. Στο κρεβάτι μου κοιμάται η Κ. την κράτησα αγκαλιά με τρυφερότητα για όσα μου δίνει. Δεν την φιλάω, δεν της δίνομαι αφου ξέρω πως δεν μου ταιριάζει. Την κρατάω, κοιμάται και το μυαλό μου γυρνάει στην Αναστασία. Το μυαλό μου αρχίζει τρέχει σε λεπτομέρειες του σώματός της, την θέλω τρελά. Ξέρω πως θα το ελέγξω στο τέλος αλλά ξυπνάει από τα σκοτεινά πηγάδια μου ο πόθος για αυτήν και μόνο. Χτυπάει το τηλέφωνο, και είναι εκείνη. Μιλάμε ήρεμα, αποσυντονίζω το μαγκανοπήγαδο της επιθυμίας και της μιλάω αδιάφορα με την συνήθη τρυφερότητα των πρώην. Στέκομαι μόνη μου ανάμεσα σε ένα σώμα που κοιμάται και που μου δίνει όλη την αγάπη που θά θελα όπως ακριβώς θα την ήθελα και μια φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής που ανήκει στην γυναίκα - φύλακα των σκοτεινών επιθυμιών μου, αυτή που η μορφή της χωρίς να θέλω έσκαψε μέσα μου και βρήκε φλέβες κομμένες από αυτόχειρες στην σπηλιά των αναστεναγμών της ηχούς.

Α ξέρω πως να της μιλήσω τώρα. Ξέρω πότε να φύγω γιατί δεν αντέχω, ξέρω πότε να υποκύψω στις παροδικές επιθυμίες της για αγάπη. Και πότε να αρνηθώ να δώσω έστω μια σταγόνα.



2 σχόλια:

Sophey-Franny είπε...

αυτή που η μορφή της χωρίς να θέλω έσκαψε μέσα μου και βρήκε φλέβες κομμένες από αυτόχειρες στην σπηλιά των αναστεναγμών της ηχούς.



(μπορουμε να κανουμε εναν διαλογο για την αγαπη, τον ερωτα, το παθος... τι λες?)

Anastasia είπε...

Δεν ξέρω γιατί μέσα στο blog σου βρήκα εμένα