Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2008

κοχυλι

κι όταν λυθούν τα μαύρα μάγια
κάτω απ΄των άστρων την ανταύγεια



Ξυπνάω χαράματα πριν το σεισμό. Τον περιμένω κι έρχεται. Όταν γνωρίζω ανθρώπους που έχουν ρίζες στην κραυγή, η έκτη αίσθηση ξυπνάει. Έρχεται και με ξυπνάει πάντα χαράματα να δω την αρχή της ημέρας και να οσμιστώ τον καιρό. Μου στέλνει φάσματα και φαντάσματα, προαισθήσεις, ανησυχίες και βεβαιότητες. Έτσι λοιπόν στις 5.15 το πρωί είχα ξυπνήσει με το στομάχι να πονάει από το τσίπουρο που ήπιαμε και κάτι περίμενα.
Όπως παλιά, τότε που ήμουν ερωτεύμενη με την Αναστασία. Επί δύο μήνες ξύπναγα χαράματα και την έψαχνα. Το πιο βασανιστικό ήταν όμως το νυχτερινό. 2 με 4. Να την ψάχνω στο κρεβάτι. Εκείνη που δεν είχα ποτέ στην ουσία. Αλλά τα συναισθήματα δεν έχουν πια σημασία. Πιο πολύ πλάκα έχει να πω πως έτρεχα πίσω της αλλά αυτά είναι από άλλο βιβλίο.
Έχουν περάσει 3 χρόνια από τότε.

Και έχω από τότε να το πάθω αυτό του να ξυπνάω χαράματα και να ψάχνω.

Και τι θα πει ερωτεύτηκα. όποιος πιο πολύ μας βασάνισε, ή όποιος πιο πολύ έκανε τη ψυχή να χαίρεται όταν το σώμα έτρεμε, ή όποια χάρισε ένα χαμόγελο και την σιγουριά πως ό,τι και να γίνει, δεν θα πάψει να με αγαπάει, ή όποιος μου χάρισε την αίσθηση πως ό,τι και να γίνει ποτέ δεν θα πάψει να με ποθεί. Ή όποια με έκανε να νιώσω ότι δεν θα με βασανίσει με ανεκπληρωτες επιθυμίες γιατί ένιωσα πλήρης σε μια βραδιά – κι οι άλλες βραδιές να ψάξουν μόνες τους νόημα στην ζωή χωρίς να κρέμονται από αυτήν την μία.

Δεν ξέρω.
Εγώ νομίζω πως ερωτεύομαι τον άνθρωπο που με κάνει να θέλω να του μιλάω διαρκώς. Σε έχω ερωτευτεί λοιπόν; Είναι απλά αρρώστια; Γιατί λες πως θα με είχε πιάσει μεγαλύτερη κατάθλιψη εάν είχαμε κοιμηθεί μαζί;

Ξέρω πως δεν θα μπορούσα να έχω σχέση μαζί σου. Και ξέρω πως αν κοιμηθώ ένα βράδυ μαζί σου μετά θα νομίσω ότι είναι δυνατόν κάτι τέτοιο. Ενώ δεν γίνεται. Γιατί εγώ ξυπνάω το πρωί και χορεύω, εσύ ξυπνάς και καπνίζεις …υποθέτω. Τελοσπάντων δεν χορεύεις.

Αυτό βέβαια δεν αναιρεί το ότι σου μιλάω συχνά όταν είμαι μόνη μου, ότι μου λείπει η κουβέντα μαζί σου. Ξέρεις, όσα δεν φτάνει η αλεπού τα γυρνάει σε πλατωνικά. Κι ας μένω σιωπηλή όταν σε βλέπω.

Ήσουν ο μόνος άνθρωπος στον κόσμο που ήθελα να μιλήσω την ώρα του σεισμού. Τον ένιωσα πολύ δυνατά, στην αρχή η λογική ανέβασε στροφές να νικήσει τον πανικό και να με κρατήσει ακίνητη, να μπορέσω να σκεφτώ ότι καμία κίνηση δεν είχε νόημα. Και μετά πρόλαβα να σκεφτώ ότι ακόμα κι αν είχε νόημα κάποια κίνηση, θα προτιμούσα το τελευταίο κλάσμα του δευτερολέπτου μου πριν πεθάνω να το διαθέσω σε μια σκέψη, ας σκεφτώ κάτι όμορφο, παρά σε μια απεγνωσμένη κίνηση και παρακάλια στην ελπίδα.
Έτσι έμεινα ακίνητη. Μόλις πέρασε το πρώτο κούνημα ανέβηκε από τα πόδια μου ως την πλάτη το ρίγος του φόβου. Τότε και να ήθελα δεν θα μπορούσα να κουνηθώ. Ήρθε κι ο δεύτερος σεισμός και τότε αποφάσισα ότι δεν άντεχα και σου ‘στειλα μήνυμα.
Μικρές λακωνικότατες δύο απαντήσεις σου. Δεν ξέρω αν σε ξύπνησα ή όχι, πάντως εγώ χάρηκα τόσο, σαν να πήρα οξυγόνο. Τέσσερις λέξεις όλες κι όλες έστειλες κι εγώ να χαίρομαι μαζί τους ως την άλλη μέρα. Και ταυτόχρονα γελάω με την χαρά μου και την κοροϊδεύω. «Χαζή χαίρεσαι με τέσσερις λέξεις».
Ναι έβλεπα στον ύπνο μου ότι ταξίδευα για να σε βρω. Με τραίνα και πλοία κι αμάξια. Ταξίδευα και ρώταγα για σένα και τότε μια φίλη ή η μητέρα σου με πήγε σε κάτι νεροτσουλήθρες όπου κρυβόταν ένα περίεργο ίσως μαγικό μηχάνημα και μέσα σε αυτό ήταν το μυστικό σου. Με άφησε μόνη μαζί του κι έπρεπε να σκεφτώ ή να εφεύρω έναν νόμο της φυσικής προκειμένου να λύσω το μυστικό, και αν τα κατάφερνα θα σε έβρισκα. Το έλυσα. Δεν θυμάμαι τώρα πως. Θυμάμαι πως κατάφερα να καθοδηγήσω ένα μικρό μεταλλικό μπιλάκι, σαν ρουλεμάν, και να το κάνω να φανεί μέσα από ένα ξύλινο κουτί. Ίσως να είχε να κάνει με κάποιον τρόπο μετάλλαξης της ύλης ο οποίος βασιζόταν στις δυνάμεις του μυαλού και των επιθυμιών μας. Όπως και να’ χει εγώ το βρήκα το μυστικό σου στον ύπνο μου. Αλλά μετά ξύπνησα κι είχε σεισμό.

Δυο βράδια κοιμάμαι στον καναπέ. Είναι πιο κοντινός σου, κοιμάμαι με τα ρούχα. Μέσα το κρεβάτι έχει ακόμα αρώματα και δεν θέλω. Οπότε στριμώχνομαι στον διθέσιο καναπέ, τα πόδια πάνω σε τραπεζάκι.
Ρε γαμώτο αν μου πεις τι είναι αυτό που με γοητεύει. Δεν το ξέρω, δεν το βρίσκω, δεν ήρθα προκατειλημμένη για να γοητευθώ από σένα, άνοιξα τα μάτια και σε παρατηρούσα. Και αυτό που έβλεπα ήταν παράδοξο και αιχμηρό. Και μου άρεσε.

Λες να είναι ότι με κάνεις να δω πράγματα για μένα. Ή ότι εγώ δεν προλαβαίνω να διαβάσω και παίρνω από σένα αυτήν την αίσθηση που μου λείπει. Λες άμα είχα χρόνο να διαβάσω όσα έχεις διαβάσει (με άλλα λόγια λέω ότι με γοητεύει η γνώση πάνω σου) να μην γοήτευες εσύ. Μπα το ξανασκέφτομαι και όχι. Γιατί δεν είναι γνώση αυτή η υπέροχη αμεσότητα με την οποία απευθύνεσαι στους ανθρώπους. Δεν είναι γνώση βιβλίων, είναι αγάπη για ανθρώπους. Το πώς μιλάς στα γκαρσόνια, ίσως σε κάποιους περαστικούς. Ε ναι είναι πολύ όμορφο. Ποιοι φιλόσοφοι και ποιοι σκηνοθέτες. Απλά ευγένεια.

Αναρωτιέμαι πως την βγάζεις δίχως αγκαλιές, δεν ξέρω μπορεί και να έχεις. Άσε το σεξ στην άκρη, αυτό λύνεται. Αλλά η αγκαλιά, πως αντέχεις χωρίς. Ίσως είναι πως έχεις βρει τρόπους να αγκαλιάζεις του ανθρώπους με το βλέμμα, το χαμόγελο, τα λόγια και την χροιά της φωνής, οπότε η σωματική ανάγκη καλύπτεται έτσι. Αν κρίνω από το πόσο γεμίζω όταν μιλάμε ίσως να ‘χεις αυτό το χάρισμα.

Δεν παιδεύτηκα άλλο να ζητάω να δοκιμάσω το σώμα σου. Το ‘κανα μια φορά να θέλω μόνο μία γυναίκα και το πλήρωσα. Λες κι είμαι φτιαγμένη για να ποθώ και για να ενώνομαι με πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους. Αν πάω να φορτώσω σε έναν τους πόθους μου …. Θα λυγίσει. Θα με φοβηθεί και θα φύγει. Δεν αντέχει το βάρος μου. Φτηνές εξηγήσεις, μπορεί εμένα να μην μου φτάνει ο ένας, ή να φοβάμαι να επενδύσω μόνο σε έναν γιατί άμα τον χάσω, ή ακόμα χειρότερα άμα τον βαρεθώ γιατί αυτές είναι ακόμα μεγαλύτερες απώλειες,….τότε πάει ο κόσμος μου χάνεται, και τραβιέται το χαλί κάτω απ΄ τα πόδια και πέφτω στον γκρεμό. Για πόσο πάλι. Οπότε ένα φιλί απόψε εδώ, κι ένα αύριο εκεί. Δεν είναι πως δεν αγαπώ, πως δεν θα είμαι ειλικρινής, Είναι πως ξέρω το τέλος κι έτσι κάνω μικρή αρχή.

Ας σου κλέψω πάλι λόγια: Όποιος βρίσκει εύκολα τον κόσμο, εύκολα τον χάνει.

Ας μην πανικηβάλλομαι.

Ξέχασα να πω: έχεις γιατρέψει πολλά. Ψάχνω κάτι ουλές και δεν τις βρίσκω.

Δεν υπάρχουν σχόλια: