Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2007

Χλοη


Κοιμήθηκε και ξύπνησε με την ίδια σκέψη: Τι αξία θα είχε αυτή η μία νύχτα του έρωτα άν δεν την είχε κρατήσει τόσες μέρες μετά στην σκέψη της ανέπαφη, αν δεν την είχε νανουρίσει σαν μωρό μέχρι να την αποκοιμήσει γλυκά, αν δεν την είχε πενθήσει σαν νεκρό μέχρι να στερέψει το κλάμα. Καμία μάλλον. Είναι η προηγούμενη μοναξιά που σε κάνει να δίνεσαι και ανεβάζει την ψυχή στο στόμα όταν φιλιέσαι. Κι είναι η υπόσχεση να ασκητέψεις στην μνήμη της που έλκει το σώμα της και καταδέχεται να σου χαριστεί. Έτσι η μεθυσμένη Σαλώμη μου δόθηκε και ακόμα αποκοιμίζω τις μνήμες της. Το βράδυ που με αποτελείωσε πήγα να συναντήσω την Αναστασία.


Ο γόρδιος δεσμός της Αναστασίας. Το σπαθί βρισκόταν στα χέρια από μέρες μα δεν το χρησιμοποιούσε. Αργά σε ένα ακαλαίσθητα μινιμαλ μαγαζί, που δεν θύμιζε πια εκείνο που είχε ερωτευτεί, έλυσε την κατάρα της επιθυμίας της. "Δεν σε θέλω πια". Κι έτσι απαλλάσσεσαι από την υποχρέωση να βιώσεις το ανέφικτο του έρωτα όπως το ζησα εγώ κι εσύ απαξίωσες να μου δώσεις μια αγκαλιά για αυτό. Φεύγεις Αναστασία. Γυρνάς εκεί από όπου ήρθες, ελεύθερη από την επιθυμία μου που σε βασανίζει δυο χρόνια γιατί δεν έχεις την δύναμη να την αντέξεις.

Και δεν είναι πως δεν σε αγάπησα, πως σβήνονται όσα σου πα, κι όσα μας έκαναν να τρέμουμε από την ρίζα της κραυγής. Γιατί αυτά υπήρχαν πριν σε γνωρίσω. Πριν σε δω σε αγαπούσα και το ξέρεις,
γιατί οι μορφές των αγαπημένων φυτρώνουν στον κήπο της ψυχής μας με την γέννηση και εμείς μονάχα περιδιαβαίνουμε στον κήπο στα επόμενα χρόνια.


Έτσι κλείνω στο σπίτι τον έρωτά μου και πετάω το κλειδί στο πηγάδι. Μόνο εσύ μπορείς να βρεις το κλειδί μα δεν θα το κάνεις. Γιατί και συ θες ελεύθερη να τριγυρνάς στον κόσμο.


Της μένει μόνο το όνομα: Χλόη. Η Χλόη την Κυριακή πίνει καφέδες, γράφει στον κόσμο γράμματα και σκαλίζει προσεκτικά μια γαβέθα με γαρυφαλλιές. Άσπρες και ροζ. Εκεί μέσα μπορεί να βρεί την επόμενη αγάπη, εκεί μέσα μπορεί να μην βρει τίποτα. Το καραβάκι ξεκινά με ούριο άνεμο, τώρα θέλει να βρει έναν άνθρωπο που να ξέρει τις πρωινές αγκαλιές.


Της εξοχής τα πρωινά θα τα βρούμε ξανά αγκαλιά στο κρεββάτι.


Μα πρώτα θα μείνει άγαλμα να τιμήσει ασάλευτη τον χρόνο που μοιράστηκε.







Δεν υπάρχουν σχόλια: