Τετάρτη 30 Απριλίου 2008

Απριλης Καραγκιόζης

Ε βρε τελευταία μέρα σου. Δεν προλαβαίνεις να ξημερώσεις άλλη φορά για φέτος.
Μόλις έφτασε στο νησί βούλιαξε. Την επομένη ανέβηκε για το τάμα. Ήταν δεκατέσσερα όταν έγραφε :"Θα το τολμήσω. Εκεί που αχνοφαίνονται σε χρωματισμούς ηλιοβασιλέματος μενεξελί και νύχτας, οι φλέβες".
Οπότε ανέβηκε στο ίδιο μέρος και άναψε κερί για εκείνον που το τόλμησε. Για να μην το ξανατολμήσει, γιατί εκείνος ο άγνωστος σήκωσε ΤΟ ΒΑΡΟΣ. Θύμιασε το πέλαγος. Ελαφρύς ο καπνός συνομίλησε με τις ριπές του ανεμου. Θυμήθηκε τις οπλές των αλόγων που την ανέβαζαν κάποτε τόσο γρήγορα από βράχο σε βράχο ως την κορυφή.
Πόση σιωπή χωράει μέσα στους τοιχους που ορίζουν τα τετράγωνα και ορθογώνια δωμάτια. Είχε ξεχάσει. Όλη η παιδική της σιωπή.
Εκείνη με τα γαλάζια μάτια την έχει ξεχάσει. Ευτυχία. Ευτυχία; Ναι.
Θα ζήσω με τους θανάτους μου να λαμπυρίζουν κάτω από τα βλέφαρα.
Να γοητεύουν.
Έπειτα ήρθε ο πνιγμός. Η μεγάλη σιωπή. Πήρε το πλοίο κι ήρθε πίσω στην Αθήνα.
Εδώ οι αγκαλιές, εδώ η αναμονή τους.

3 σχόλια:

Ψαράκης Κ. είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
Ψαράκης Κ. είπε...

η ανάρτησή σου (και προηγούμενες) έχουν εξαιρετική ποίηση που γίνεται πιο ελκυστική απο το ότι δε το προβάλουν.
"Θύμιασε το πέλαγος"!
ή
η σκόνη της ερήμου..
με εκτίμηση Κωστής

sylfaen είπε...

να εισαι καλα Κωστή.
καλωσορισες.