Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2009

Το τραγούδι που θα κλείσει την μέρα. Δανάη Παναγιωτοπούλου.

Το μπάλωμα για σήμερα. Τραγουδαω. Ακουγομαι; Ενα δυο.
Να το:

Ιλιγγος

Με πιάνει μαύρος ίλιγγος στα πόδια σου πριν πέσω
και λύνω τα κορδόνια μου να μοιάζουν με φτερά.
Του πανικού τεχνάσματα μα θέλω να σ' αρέσω
Έλα μια βόλτα στα χαλάσματα, έχω ζευγάρι δεκανίκια
εφεδρικά.

Βαρέθηκα να πολεμώ τους άσσους στα μανίκια
Τα νιάτα μου πεινάσανε και άστοχα χτυπάν
Μα απ' τις παγίδες τρέφομαι σαν όλα τα ποντίκια
Με κάτι αγρίμια ξενιτεύομαι
κι ας ξέρουν μόνο πίσω πως
να μην γυρνάν

Τώρα τα χάδια σου μου λεν "καθένας το σταυρό του"
Με στόμα επιδέξιο ρουφάς την μοναξιά
Αύριο θα παίξουμε ξανά το γυρισμό του ασώτου
Κάποια Αριάδνη σε κοιτά
με μια κλωστή σε δένει και
μας κυβερνά


Το δάχτυλό μου στην πληγή μα ακόμα δεν πιστεύω
Νηφάλια και παράλογη η γη που περπατώ
απ΄την πηγή που ξεδιψάς όλο σταγόνες κλέβω
Κάνε ξανά πως δεν κοιτάς
Μόνο για σένα είπες κάνω
το χαζό

http://www.youtube.com/watch?v=QhuTTKWDj_c

Υ. Γ. Μπουρδολογίας απάντηση που πήρα: "Μη μου τα λές αυτά γιατί τσατίζομαι"
Γιατί τσατίζεσαι; "Έτσι. Γιατί θεωρώ ότι σε αυτό μπορώ να είμαι χρήσιμη στον κόσμο. Μπορώ να συνεισφέρω την τσατίλα μου."

Κι είχε δίκιο.

Η μήπως το ΄χω χάσει τελείως; πείτε κάτι αυτή τη φορά.

Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2009

Φοβάμαι να κουνηθώ μήπως και ξεβολέψω την ευτυχία.


Λες κι είναι η τελευταία ευτυχισμένη μέρα του κόσμου.


Λες κι αύριο θα γίνει σεισμός.


Έρωτες μέσα στην βροχή και μάρτυρας των ονείρων στην σιωπή του απόβροχου.


Αγκαλιές σφραγισμένες.


Α - Σφαλισμένα χείλη







Είδα τα σφραγισμένα χείλη χτες: με κατέκλυσαν. Βγήκαν τα φαντάσματα (η πρώτη αγάπη, το σώμα μου άγαλμα στα χέρια του, ο χορος, τα τραγουδια που με ψαχνουν) και με πήρανε στο κυνήγι. Και πάλι εκείνη ήταν εκεί.


Ο Πάβιτς ξαναμοιράζει την τράπουλα του ύπνου μου.


Δυο ρυθμοί: γρήγορη η βροχή, αργή η ανάσα.


Έχοντας το αντίβαρο που θα με τραβήξει έξω από το πηγάδι.....Βουτάω στο παρελθόν.


Της πρώτης αγάπης μου την αδελφή την συνάντησα πριν από 1 μήνα σε πτήση από Ευρώπη. Με κοίταξε, την κοίταξα, ίσως με γνώρισε, ίσως την γνώρισα. Δεν μιλήσαμε. Τι να πω. Εκείνη δεν μου μιλάει χρόνια τώρα, τι να μου πει η αδελφή της. Κι εγώ να της πω; Πως τελικά την είχα ερωτευτεί στα δεκατέσσερα γιατί ερωτεύομαι γυναίκες; Και πως τότε δεν ήξερα τι μου συνέβαινε (και φυσικά για αυτό δεν ήξερα και να το κρύψω). Να την έπαιρνα τηλέφωνο να δω τι κάνει; Εγωιστικό. Θα της θυμίσω πικρές για αυτήν εποχές (μια κλειστή κοινωνία να την κοιτάει - αυτήν την ξένη έτσι κι αλλιώς - περίεργα και διεστραμμένα, να την κατηγορεί στην ουσία, επειδή εγώ την είχα ερωτευτεί). Τι νόημα θά 'χε για αυτήν η αλήθεια; Ίσως να με μισήσει κιόλας. Όχι πως θα με πείραζε πια.

Παλιές αγάπες. Δεν θα ξεφύγουμε ποτέ.


Νέες σφαγές. Δεν θα ξεφύγουμε ποτέ.
Και ξαναλέω: ευτυχία είναι να μπορείς να καθαρίσεις την μια σταγόνα καφέ που χύθηκε στο γραφείο ενώ εκείνη κοιμάται μέσα. Κι έπειτα πιεις την τελευταία γουλιά του.


Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2009

Για μια μέρα έκλεισαν τα φώτα. Και στάθηκα στο σκοτάδι κι ήταν όμορφα. Τώρα πάλι όσα λέω ζυγίζονται στα μάτια σας. Ας είναι κι ας το ζήσω. Όπως κάθε αποτυχία.

Ταξιδεψα στα χιόνια πριν κάτι μέρες και δεν το αλλάζω με τίποτα. Από κει μια γατούλα υπό το μηδέν σε ένα ποδήλατο... Να βρίσκομαι μόνη σε μια πόλη που δεν έχω ξαναβρεθεί, όλες οι εικόνες άγνωστες, μια ζαλάδα από το νέο, μια γλυκειά μαστούρα που είχα να ζήσω από την Ισπανία και που θα κυνηγάω τα επόμενα χρόνια. Δεν υπάρχει τελικά κάτι που να συγκρίνεται με το ΤΑΞΙΔΙ. Όσα μαθαίνεις σε ένα ταξίδι ΜΟΝΟΣ σε άγνωστο τόπο είναι ντόπα τρελλή, πανεπιστήμιο εξαετούς φοίτησης και μάσκα οξυγόνου προς τις ρατσιστικές προεκτάσεις του εαυτού μας που όσο, αν θέλουμε να είμαστε πολίτικαλυ κορέκτ... ε ας τις παραδεχτούμε, μπας και τις κάνουμε ζάφτι.

Πρόβατε σε ευχαριστώ για το ξέχεσμα το είχα ανάγκη.

Κι αγαπημένη μου παλιά με ξεχνάς και σε ξεχνάω αλλά δεν θα την γλιτώσουμε την συνάντηση.
Μεγάλα χαμόγελα αδημονούν να εγκατασταθούν στα χείλη σου και να κοροιδέψουν την λύπη σου μέχρι δακρύων. Έτσι κι αλλιώς εγώ έχω βρει ίσκιο κι άπανεμο κορμί. Γείρε κι εσύ. Έλα πέσε.

Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2009

ουφ επιτελους μόνη.

Mια μέρα κλείστηκα μέσα.
Υπάρχουν άνθρωποι που μένουν ίδιοι κι άλλοι που μεταλλάσσονται ανάλογα με τα μάτια όσων τους κοιτάνε. Εγώ είμαι από τους δεύτερους.
Κι έτσι έγινα ιδιώτης και δεν με νοιάζει καθόλου.
Είδα το βαλς με τον μπασίρ..... Βγαίνοντας από την αίθουσα μου φάνηκε σαν να ζούσα στον Λίβανο λίγο πριν τις σφαγές. Σαν να τις μυριζόμουν στον αέρα και να μαι ανήμπορη να κάνω κάτι για να τις αποτρέψω. Η χαρτορίχτρα η Αμινά.

Η τελευταία αγάπη στην Κωνσταντινούπολη μου χάρισε την μεγάλη Αρκάνα. Σκόρπισα την τράπουλα στην θάλασσα και ξέρω πως το μέλλον είναι υπόθεση ζοφερή. Ας το νανουρίσουν τα σαράντα κύματα.

Μου έλειψαν οι παλιές αγάπες.

Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2009



Να ξεχαστείς σαν των βουνων το περσινο το χιονι.

Υπ' αυτην την έννοια βούτηξα στην λήθη.

Επήγα και στον δρόμο έφτιαξα μια τράπουλα.

Έριχνα και ξανάριχνα τα φύλλα. Ευχαριστούσα τον συνταξιδιώτη μου.

Γύρναγα το κεφάλι σαν λέαινα που πληγωνεται και ξαμώνει να δει το βέλος.

Ή σαν διεισδυόμενη που γυρνάει να δει το πρόσωπο.

Η αυθαδεια μας απέναντι στους νεκρούς δεν θα συγχωρεθεί ποτέ.

Όυτως ή άλλως. Όπότε συνεχίστε. Ακόμα και της διαμαρτυρίας μας η αυθάδεια.

Δεν σε ενδιαφέρει άλλωστε το σωτήριο έτος.

Σκατά στον τάφο της αλληγορίας.

Κλεμμένο και δεν θυμάμαι κι από που.